Είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, η νέα παρέμβαση του Συνηγόρου του Καταναλωτή προς την Δ.Ε.Η. Α.Ε., σχετικά με το μέτρο της χρέωσης ποσού 1 ευρώ για την αποστολή έγχαρτου λογαριασμού στους πελάτες της εν λόγω εταιρείας.
Το εν λόγω ζήτημα ξεκίνησε όταν, μετά από αρκετές καταγγελίες καταναλωτών, ο Συνήγορος απέστειλε στην Δ.Ε.Η την υπ.αριθμ. πρωτ. 791/8-1-2019 έγγραφη σύσταση του, με την οποία καλούσε την Δ.Ε.Η. να «αντιστρέψει» το μέτρο της επιβάρυνσης με 1 ευρώ όσων λάμβαναν τον λογαριασμό τους έγχαρτα και να επιβραβεύσει όσους προτιμούσαν να τον λαμβάνουν ηλεκτρονικά. Η Δ.Ε.Η, στην απάντηση της στην ως άνω σύσταση του Συνηγόρου, υπεραμύνθηκε της απόφασης για την χρέωση του ενός ευρώ με επιχειρήματα, μεταξύ άλλων, του γεγονοτός ότι έχει υιοθετήσει και μέτρα προώθησης του ηλεκτρονικού λογαριασμού καθώς και το χαμηλό ύψος της επιβάρυνσης των καταναλωτών. Ο Συνήγορος του Καταναλωτή επανήλθε στο ζήτημα με την νέα αυτή επιστολή του. Επικαλούμενος την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-294/18 (κατόπιν προδικαστικού ερωτήματος φιλανδικού δικαστηρίου), όπου κρίθηκε ότι ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να λαμβάνει δωρέαν τον λογαριασμό του, ο Συνήγορος κάλεσε την Δ.Ε.Η. όχι μόνο να σταματήσει το μέτρο της χρέωσης του 1 ευρώ για τον έγχαρτο λογαριασμό, αλλά και να επιστρέψει στους καταναλωτές όσα χρήματα είχε είσπραξει με αυτό το μέτρο μέχρι τώρα (υπάρχουν εκτιμήσεις που μιλούν για 40 εκατομμύρια).
Φυσικά, μετά από όλη αυτή την διαδικασία, προκύπτει το ερώτημα του κάθε πελάτη της Δ.Ε.Η.: «εγώ πως επωφελούμαι από όλη αυτή την ιστορία; Θα σταματήσει να με χρεώνει η Δ.Ε.Η. 1 ευρώ (συν ΦΠΑ 24%) για την έγχαρτη αποστολή του λογαριασμού μου; Θα μου επιστραφούν τα χρήματα που, κατά τον Συνήγορο του Καταναλωτή, παρανόμως με έχει χρεώσει ο πάροχος μου;». Για την απάντηση στο ερώτημα αυτό, θα πρέπει πρώτα να επισημανθούν οι αρμοδιότητες του Συνηγόρου, ο οποίος, κάτοπιν καταγγελίας, επιδιώκει πρωτίστως να συμβιβάσει τους εμπλεκόμενους, μέσω μιας φιλικής διευθέτησης της διαφοράς. Αν αυτό δεν καταστεί δυνατό, προχωρά σε έγγραφες συστάσεις προς τους εμπλεκόμενους, τις οποίες, αν κάποιος δεν υιοθετήσει, ο Συνήγορος μπορεί να δημοσιοποιήσει το γεγονός, κοινοποιώντας καταλλήλως το πόρισμά του ή και αποστέλλοντάς το στις κατά περίπτωση αρμόδιες για την επιβολή κυρώσεων αρχές και υπηρεσίες (εν προκειμένω στη ΡΑΕ). Κύριο όπλο του επομένως αποτελεί το λεγόμενο «naming and shaming», η δημοσιότητα δηλαδή μιας αρνητικής εμπορικά συμπεριφοράς. Στην προκειμένη περίπτωση έχουμε φτάσει ήδη στο σημείο αυτό, οπότε μάλλον δεν μπορούμε να περιμένουμε κάτι περισσότερο από τον Συνήγορο του Καταναλωτή σε αυτή την υπόθεση.
Ωστόσο, οι μέχρι τώρα ενέργειες του Συνηγόρου έχουν καταδείξει το παράνομο της συμπεριφοράς της Δ.Ε.Η. στο συγκεκριμένο ζήτημα. Οπότε προκύπτει το επόμενο ερώτημα της δυνατότητας προσφυγής στα αστικά δικαστήρια για διεκδίκηση των οφειλόμενων από τους πελάτες της ΔΕΗ. Ωστόσο, αν και δεν υφίσταται κατώτατο όριο ύψους απαίτησης για άσκηση αγωγής, αυτό αποφασίζεται … έμμεσα από την σχέση κόστους – οφέλους που προκύπτει από τα δικαστικά εξόδα. Τα επιχειρήματα περί μερικής επιδίκασης των δικαστικών εξόδων σε περίπτωση νίκης και της διεκδίκησης (χαμηλής) αποζημίωσης, δεν αρκούν για να γύρουν την πλάστιγγα υπέρ της άσκησης αγωγής. Τούτο, ίσως να είχε κάποιο νόημα σε περίπτωση συλλογικής αγωγής αρκετών πελατών της ΔΕΗ (ενδεχόμενα στο πλαίσιο κάποιας Ένωσης Καταναλωτών), για την επίτευξη μιας … ηθικής νίκης, για ακόμη μεγαλύτερη πίεση προς την Δ.Ε.Η., ώστε να πράξει το σωστό. Αναμένουμε δε και την αντίδραση της Ρ.Α.Ε., στα όσα της έχει αναφέρει ο Συνήγορος.
Συμπερασματικά, λοιπόν, θα πρέπει να αναμένουμε αρκετές κινήσεις των εμπλεκόμενων φορέων για να μπορούμε αρχικά να μιλάμε για ανάκληση του μέτρου της επιβάρυνσης των έγχαρτων λογαριασμών, πόσο μάλλον για την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών από μία Δ.Ε.Η. που, αν μη τι άλλο, βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική θέση.
* Ο Φώτης Πανταζής είναι δικηγόρος στο δικηγορικό γραφείο Βάσω Ζ. Πανταζή και Συνεργάτες