Τα τελευταία 24ώρα στη χώρα μας και ειδικά μετά την επιβολή της απαγόρευσης των ασκόπων μετακινήσεων, ζούμε πρωτοφανείς στιγμές, στο πλαίσιο της υπερπροσπάθειας που γίνεται, ώστε να περιοριστεί στο ελάχιστο η μεταδοτικότητα του ιού, μέσω του περιορισμού κάθε μορφής περιττής συνάθροισης μας με άλλους συμπολίτες μας. Τι γίνεται όμως με την κοινωνική ομάδα των κρατουμένων στη χώρα μας; Μια κοινωνική ομάδα, που από τα πρώτα μέτρα που ανακοίνωσε η γενική γραμματεία αντεγκληματικής πολιτικής, φαίνεται να μην αντιμετωπίζεται με βάση τα πρωτόκολλα ασφαλείας που έχει ανακοινώσει ο ΕΟΔΥ για την αντιμετώπιση του ιού, ενώ είναι διάχυτη η αίσθηση που υπάρχει ότι το ζήτημα της ασφάλειας των κρατουμένων από την μεταδοτικότητα του νέου ιού, είναι ένα «αγκάθι» που εντέλει όμως, από την στιγμή που δεν απασχολεί το γενικό σύνολο της κοινωνίας, πρέπει να περαστεί στα ψιλά και με μέτρα, που αντί να προστατεύουν την υγεία των κρατουμένων, να οδηγούν σε καταστρατήγηση και μόνο θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, σε μια λογική «μαντρώματος», αντί αντιμετώπισης του προβλήματος.
Δεν είναι δυνατόν ως πολιτεία, να εκδίδεις μέτρα περιορισμού των συναθροίσεων και των συγκεντρώσεων πολιτών, λόγω άμεσου κινδύνου μεταδόσεως του ιού, μέσω της ανθρώπινης επαφής και ταυτόχρονα να έχεις πολίτες της ίδιας πολιτείας, στοιβαγμένους δέκα – δέκα σε κελιά χωρητικότητας το πολύ 5 ατόμων, λόγω του ότι καταβάθως τους θεωρείς «πολίτες δεύτερης κατηγορίας», χωρίς καν να έχεις απολυμάνει τους χώρους των φυλακών(!) και να έχεις μοιράσει έστω ένα αντισηπτικό, γάντια και μάσκες σε κάθε κελί.
Επειδή όμως ο σκοπός του εγκλεισμού δεν είναι να πεθαίνουν οι κρατούμενοι ως ένα ιδιότυπο σχέδιο «θείας δίκης», αλλά να σωφρονίζονται ώστε να επανενταχθούν στην κοινωνία, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί ν αντιμετωπίζονται ως «υπάνθρωποι» από την ίδια την πολιτεία, δεν μπορείς να τους στερείς τα επισκεπτήρια συγγενών, στα οποία λαμβάνουν είδη πρώτης ανάγκης και καθαρά ρούχα, ενώ δεν υπάρχουν πλυντήρια μέσα στις φυλακές(!), με σκοπό τον περιορισμό της επαφής τους με άτομα εκτός της φυλακής, αλλά να μη σε ενοχλεί ταυτόχρονα, να είναι ντυμένοι επί μήνα με τα ίδια βρώμικα ρούχα, εστίες μόλυνσης, γιατί δεν μπορούν να τα πλένουν και άλλοι από αυτούς γιατί δεν έχουν τη δυνατότητα να πληρώνουν για να αγοράζουν καθαριστικά από το κυλικείο της φυλακής, ή να μη σε σε ενοχλεί να έρχονται σε επαφή με κρατούμενους που ήρθαν από μεταγωγή, είτε
από άλλο σωφρονιστικό κατάστημα, είτε μετά από δικαστήριο, είτε μετά από προφυλάκιση, χωρίς να έχεις προβλέψει, την ύπαρξη ειδικού χώρου καραντίνας, εντός των φυλακών, ώστε να παραμένει κάθε νέο εισερχόμενο μέλος, ικανό χρονικό διάστημα μέχρι να διαπιστωθεί ότι δεν έχει συμπτώματα του ιού.
Δεν νοείται να στερείς από τον κρατούμενο το μοναδικό δικαίωμα που έχει να βλέπει την οικογένεια του και να προετοιμάζεται για την ολική του επανένταξη στην κοινωνία, την άδεια του(!), ενώ θα μπορούσες με τον αμέσως παραπάνω τρόπο να τον βάζεις, άμα την επιστροφή του στο σωφρονιστικό κατάστημα, σε ειδικό χώρο, ώστε να μην έρχεται σε άμεση επαφή με τους συγκρατούμενους του, αμέσως, αλλά μετά την παρέλευση των απαιτούμενων ημερών.
Αν η γενική γραμματεία αντεγκληματικής πολιτικής θέλει πράγματι να περιορίσει την εξάπλωση του ιού, εντός των σωφρονιστικών καταστημάτων, πρέπει να λάβει άμεσα πραγματικά μέτρα που στόχο θα έχουν την αποσυμφόρηση των φυλακών, αξιοποιώντας τις νομοθετικές ρυθμίσεις που υπάρχουν και έχουν μείνει στην ουσία ανεφάρμοστες, όπως είναι η ηλεκτρονική επιτήρηση «βραχιολάκι» (ακόμη περιμένουμε εδώ και ένα χρόνο την υπουργική απόφαση που θα θέτει τέλος στην πιλοτική εφαρμογή του μέτρου), την κατ’ οίκον έκτιση για τους κρατούμενους άνω των 70 ετών (που έχει μείνει σε αχρησία από την ατολμία να χορηγείται), την υφ’ όρον απόλυση κρατούμενων με βαριά και χρόνια νοσήματα, που καμία θέση δεν πρέπει να έχουν στα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας, αλλά στα νοσηλευτικά αυτής.
Τα μέτρα αυτά, δεν αποτελούν «πολυτέλεια», αλλά εφαρμογή του νόμου, που αυτή τη φορά δεν θα εξασφαλίζει την αποφυλάκιση, αλλά και την ίδια την ζωή των κρατουμένων της χώρας μας.
Βάσω Ζ. Πανταζή, δικηγόρος – ποινικολόγος, μέλος της Ένωσης Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων.